«Το θ(ρ)αύ(σ)μα»

Θα σου πω μια ιστορία. Τη σκέφτομαι καθώς κατηφορίζω στο δρόμο με τις λεύκες. Θα σου πω για την Ελεάνα. Τη μικρή πριγκιπέσα. Και πώς παγιώθηκε στο ψέμα κάποιου άλλου. Του Κώστα του μικρού αναρχικού. Ήταν ο πρώτος. Ο καλός. Ο άθικτος. Την αγάπησε. Μάλλον. Την τίμησε. Ίσως. Την πούλησε. Σίγουρα. Αρχικά αβρότητες. Γλυκύτητες. Ουρανοί κι αστέρια.

Όλα καλά. Μέχρι που το καλά έγινε καλάθια. Ο ιππότης έγινε πότης. Άρχικά συζητάγανε. Μετά ξεσπάγανε. Στο τέλος απλώς σπάγανε. Ήξερε ότι είχε περάσει δύσκολα παιδικά χρόνια. Αρχικά τον λυπόταν. Δεν το άξιζε. Ύστερα ήρθαν οι υστερίες με το φαγητό. Αποτέλεσμα της μουσικής του ιδεολογίας. Αδικαιολόγητες φοβίες βάρους. Υστερικός Γολγοθάς. Την τρόμαζε. Μα ήταν δίπλα. Έδινε αγάπη. Δύναμη. Φως. Τις μέρες που λιποθύμαγε απ’ την εξάντληση. Τις ώρες που ξεσπούσε στον εαυτό του. Όταν μισούσε την ίδια του την ύπαρξη. Προσπαθούσε να τον χρίσει νικητή. Τόσο αδέξια. Δεν βάζεις δάφνες στο κεφάλι της Μέδουσας. Τα φίδια μισούν τις δάφνες. Αλλά επέμενε. Έμενε.

Ήξερε ότι μισούσε τον εαυτό του. Μέχρι τότε ξεσπούσε στον ίδιο. Αυτή μάζευε τα κομμάτια του. Τον αγαπούσε. Δεν ήξερε ότι τα ξεσπάσματα θα είχαν και δεύτερο αποδέκτη. Εκείνη. Σταδιακή μετάλλαξη. Μασκαρεμένη γάγγραινα. Διάσειση αισθήσεων. Δεν το περίμενε. Δεν το άξιζε. Ήταν ένοχη; Χαστούκι. Συγνώμη. Αγκαλιά. Για μήνες. Το ίδιο δηλητηριασμένο μοτίβο. Χαστούκι. Συγνώμη. Αγκαλιά. Ο σεβασμός είχε αυτοκτονήσει. Αιωνία του η μνήμη.

Έχανε τον εαυτό της. Βυθιζόταν στη χώρα των σιωπών. Στην ανυπαρξία. Στην απαξία. Για τον εαυτό της που κάποτε θαύμαζε. Τώρα τον έφτυνε. Θύμωνε. Φώναζε. Φοβόταν. Αλλά εκείνο το συγνώμη την τσάκιζε. Τα κλάματα. Οι υποσχέσεις. Τα τραύματα. Υπέκυπτε. Κι ούτε για μια στιγμή δεν σκέφτηκε το εμφανές. Ήταν θύμα. Μιας κίβδηλης αγάπης. Τυφλός Οιδίπους. Έτσι κατάντησε. Τυφλή. Το μαύρο γινόταν άσπρο. Το τσαλακωμένο αψεγάδιαστο. Το δηκτικό μελίρρυτο. Και τον σεβασμό τον έψαχνε με την απόχη. Πεταλούδα φυγάς.

Και μια μέρα όπως καταλαβαίνεις πήρε τη μεγάλη απόφαση. Έφυγε. Ο ήλιος ήταν λαμπερός, δεν υπήρχαν σύννεφα, καθόλου αεράκι. Πόσο μισούσε τις ειρωνείες της φύσης. Δεν ρίχνεις φως τη στιγμή που όλα μοιάζουν να βουτάνε στις σκιες. Απλώς δεν το κάνεις. Ήθελε καταιγίδα. Αστραπές. Θεατρικό φινάλε. Όχι ηλιόφως λες και είναι γαμημένο παραμύθι του Disney. Έτρεχε. Φορτωμένη το μοναχικό της κουβούκλιο. Έτρεχε. Αποστραγγισμένη από συναισθήματα. Έτρεχε. Χτύπαγε ώμους αδιάφορους. Έτρεχε. Μουσκεμένη από τη βροχή που θα ήθελε να πέφτει. Μόνη και ντροπιασμένη. Η εκκλησία στην άκρη του ματιού της, κακόγουστο αστείο. Την είχε χάσει την πίστη της. Την είχαν αποκεφαλίσει οι συνθήκες που ύφανε.

Πήρε το λεωφορείο. Καταραμένο αστρόπλοιο. Ήθελε να χαθεί στην ανωνυμία. Δεν ήθελε να κουβαλάει καμιά ιστορία. Ήθελε να γίνει φιγούρα του Ντε Κίρικο. Του Εγγονόπουλου. Άνευ προσώπου. Άνευ παρελθόντος. Κατέρρεε. Ήταν μόνη. Αυτό φοβόταν. Αυτό έγινε. Η μοναξιά την κάλεσε. Την προσκάλεσε. Την παρακάλεσε. Αλλά την τρόμαζε. Η καρδιά της ήταν σφιγμένη. Ένιωθε εξουθενωμένη. Ακυρωμένη. Το λεωφορείο πέρασε δίπλα από μια πλατεία. Το διαβρωμένο άγαλμα κάγχαζε. Διαισθανόταν την δικιά της διάβρωση. Παράλυση. Κατάλυση.

Θα επιβιώσει άραγε; Θα καταφέρει να μετουσιώσει το σκιάχτρο σε κάτι ζωντανό; Σε κάτι ανθρώπινο; Προς το παρόν χωνεύει το κώνειο. Κερασμένο. Της διαλύει τα σωθικά. Αλλά επιμένει. Αν δειλιάσει θα κάνει ταξιδάκι στην άβυσσο. Πρέπει να αγνοήσει το κάψιμο. Τον πόνο. Πρέπει. Πρέπει. Πρέπει. Μόνη. Μπερδεμένη και μόνη.

Πρέπει να περπατήσει μήπως και πιστέψει ότι ζει. Μήπως βρει τη σκιά της. Προς το παρόν γιορτάζει τη χλιαρότητα της ύπαρξής της. Πώς τα κατάφερε έτσι; Για ποιο λόγο; Τέτοιες στιγμές γίνεσαι κουκκίδα στα άδυτα ενός χάρτη. Ζαλισμένη πυξίδα. Άγνωστος προορισμός. Τι έχει αξία τελικά; Ποιο το νόημα της ζωής της; Να περιμένει το επόμενο θ(ρ)αύ(σ)μα;

Κι εδώ τελειώνει η ιστορία, το φινάλε όρισέ το εσύ, θα σωθεί η μικρή πριγκιπέσα ή θα κυλήσει πίσω στη ζεστή ασφάλεια της ανασφάλειας;

2 σχόλια:

ΕΛΕΝΗ είπε...

Κατ' αρχάς να σου πω ότι γράφεις
με έναν τρόπο θα έλεγα μυστηριακό
και πολύ γοητευτικό...
Στη συγκεκριμένη ιστορία το δί
λημμα είναι μεγάλο - o έρωτας
ή η δυστυχία-τίμημα; Στο βιβλίο
της Μάρως Βαμβουνάκη "Έρωτας, το
γελοίο και το δέος, η ηρωίδα αναγκάζεται να χωρίσει τον άντρα
που λατρεύει και που έχει κάνει
τη ζωή της κόλαση. Παντρεύεται
έναν που δεν της εμφυσά ίχνος
πάθους, αλλά της προσφέρει μια
ήρεμη ζωή. Στο τέλος του βιβλίου
αναρωτιέται πότε ζούσε, τότε ή
τώρα...

orivatismepadofles είπε...

Maresei poli o tropos pou grafeis.

Oso anafora gia ti sunexeia tha elega oti mazepse ta thrausmata kai ta kratise sa samanos kapoias filis na ta rixnei otan tis tyxainei kati toso kalo kai toso kako kai auti an thelei na vlepei to mellon na tis xamogela. Ola na einai galazia na mh vrexei kai kurios na mh vrexei mesa tis pleon oute gia auta pou zei oute gi auta pou ezise. Ola ta paramythia pou apeuthinontai se paidia prepei na exoun aisio telos h didaktiko.Sauti ti periptosi prepei na einai kai ta dyo opote oti dialeksei h prigipesa prepei na einai aktida sto skotadi me tis kakovoules skies pou tin agaliazan kai tin egdernan tin idia stigmi.
O erotas na einai katastrofikos alla na mi vaftizete h katastrofi erotas. Kai an symvainei auto h mikri prigipisa vrike ena magiko filtro poy tin ekane neraida gia 5 ores evgale ftera petakse psila kai pano apo ta synefa de vrexei kai ola htan poio kathara h teliki apofasi htan diki ths gia mia akoma fora na peta pano apo ta synefa moni mexri kapoios na ti katalavei kai ths dosei to xeri gia na petaksei h na forei gyalia gia na vlepei oti mono ekeini kserei oti den einai allitheia . .....